Τρίτη 13 Μαρτίου 2012

Ανάμεσα στην ύλη και τη μεταφυσική - Tου Nικου Γ. Ξυδακη

Το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στεγάζεται προσωρινά (για χρόνια) στο μοντερνιστικό κτίριο του Ωδείου Αθηνών, στα γυμνά του υπόγεια. Το ημιτελές κτίριο του Γιάννη Δεσποτόπουλου, μέρος ενός απραγματοποίητου φιλόδοξου συγκροτήματος, στέκεται ατημέλητο αλλά κομψό μες στο παρκάκι, ένα μαρμάρινο δείγμα αττικού Bauhaus, με σταθμευμένα οχήματα μες στην πόρτα του, με έφηβους σκεϊτάδες να ακροβατούν στα πεντελικά του μάρμαρα. Το όλον συνιστά καλλιτεχνικό συμβάν, προτού καν διαβείς την πόρτα. 

Μια οσμή βαλκάνιας φτώχειας ξεπροβάλλει, αλλά αποκρούεται από την κομψότητα του κτιρίου, την αρχοντιά των πεύκων, την ευγένεια των υπαλλήλων, την εισχώρηση του παρελθόντος μες στο παρόν, το υπεραισιόδοξο ’60-’70 του Ωδείου ξαποσταίνει μες στο ζοφερό 2012. Μια αίσθηση ξεπεσμένου αστισμού, λοιπόν, αλλά όχι παρακμή, μια αιώρηση ανάμεσα στο οικείο και το άγνωστο, ασταθής ισορροπία σε ιστορικό μεταίχμιο· προσλήψεις του υλικού περιβάλλοντος που εκβάλλουν σε μια μεταφυσική σύλληψη του τρέχοντος.

Δεν ξέρω αν μπήκα στο ωδείο-μουσείο με αυτή την αίσθηση, ή αν κατακάθισε εντός μου, αφού είδα στα έγκατά του τον «Ζωγράφο Α.Κ.», ένα ζωγραφικό μυθιστόρημα του Γιώργου Χατζημιχάλη. Διότι και το έργο του Χατζημιχάλη μου μετέδωσε παρόμοιες μεταφυσικές δονήσεις μέσα από εξόχως υλικά σημάδια. Ενας ζωγράφος αφηγείται ζωγραφικά τον βίο, το πνεύμα και την ψυχή ενός επινοημένου προσώπου, εν προκειμένω του Α.Κ., ζωγράφου το επάγγελμα, που γεννήθηκε στην Αθήνα το 1924 και πέθανε στα μέσα της δεκαετίας ’80. Ο Α.Κ. βιογραφείται μέσω των έργων του, από τα πρώτα του 1939 έως τα τελευταία, των χρόνων του αυτοεγκλεισμού του, στην οικία Πολυλά 51, Κυπριάδου. Εξπρεσιονισμός, ανθρώπινες φιγούρες, αφαίρεση, τοπία, ξανά φιγούρες, κιβούρια, κενά, απουσίες· φουλ χρώμα, ολίγο χρώμα, καθόλου χρώμα, σκοτάδι· ζωγραφική, φωτογραφία, βίντεο, μακέτα. 

Διάφορα μέσα, διάφορες φόρμες, ένα χέρι όμως, ένα μάτι, και μια ψυχή που τρικυμίζει, επιπλέει, και στο τέλος βυθίζεται στη σιωπή. Στη σιωπή, σαν τον Παρθένη, διδάχο των Ελλήνων ζωγράφων. Στη γειτονιά των μεγάλων ζωγράφων, στην Κυπριάδου, του Κόντογλου και του Παπαλουκά, εκεί όπου ο Πικιώνης εντόπιζε μυστικά ρεύματα δροσιάς να κατεβαίνουν απ’ την Πάρνηθα.

Τα οκτώ χρόνια του εγκλεισμού του ο Α.Κ. ζωγραφίζει λεπτομέρειες του σπιτιού, όταν όλος ο κόσμος συστέλλεται και γίνεται σπίτι: πλακάκια, διακόπτες, ρουμπινέτα, σοβατεπί, δυο φέτες καλοριφέρ, μωσαϊκά, πόμολα, σύρτες, μεντεσέδες, γύψινες ροζέτες, ρωγμές, σκασίματα, κενά. Δεκάδες τετράγωνα πινακίδια, σελίδες τετραδίου, το ένα πλάι στ’ άλλο, φύλλα ημερολογίου. Είναι μια βαθύτατη, λεπταίσθητη ελεγεία για τον αστικό βίο εν Αθήναις, μια καθολικότητα κατορθωμένη με υλικά θραύσματα, βαθιά συγκινητική και ταυτόχρονα κλινικά ακριβής.

Ολα τα υπόλοιπα κεφάλαια, τα έργα, υπάρχουν για να καταλήξουν σε αυτή την αισθητική και πνευματική κορύφωση. Ζωγραφίζοντας, φωτογραφίζοντας, εικονίζοντας, ο Α.Κ. κυνηγάει την ψυχή των ανθρώπων, και τη βρίσκει όταν όλα βουβαίνονται και σιωπούν· όταν έχει στεγνώσει η ζωή, του αποκαλύπτεται η ουσία της τέχνης, και τότε σαν να γνέφει πάλι στη ζωή, δοξάζοντας τα πράγματα.

Ο βίος του Α.Κ. είναι η ζωγραφική στον 20ό αιώνα, οι αναζητήσεις και τα βάσανα των ζωγράφων, που παύουν να είναι αφηγητές του κόσμου και παρηγορητές των ανθρώπων, και γίνονται μοναχοδαρμένοι ήρωες, δημιουργοί των εαυτών τους. Κι είναι ακόμη μια σύνοψη του νεοελληνικού αστικού βίου, ένα τυραννισμένο χρονικό, φόρος τιμής στους δασκάλους των τεχνών, αλλά και φόρος τιμής στους σιωπηλούς ήρωες της ζωής, στους ανώνυμους, πλην όχι απρόσωπους, του ιστορικού πλήθους. Ο Α.Κ. δεν έχει ολόκληρο όνομα, κατάγεται από τους συνοπτικούς ήρωες του Κάφκα και του Καμύ, είναι υπαρξιακός ήρωας αλλά και ιστορικός άνθρωπος: πρωτοεκφράζεται στην αυγή του Δευτέρου Πολέμου, και σβήνει κατά τη δύση του Ψυχρού Πολέμου.

Εντοπίζω την ελληνικότητά του: τόση όση και η οικουμενικότητά του. Υπολογίζω το βάρος αυτού του μυθιστορήματος, του χρονικού, της παραβολής, στη σημερινή ιστορική σύμφραση: μου δείχνει τον Ελληνα του 21ου αιώνα, βασανισμένο, ραγισμένο, άτυχο, αλλά και βαθύ, πλούσιο, ποικίλο. Δεν εξωραΐζει, δεν νοσταλγεί, παρηγορεί κι εγκαρδιώνει, εξημερώνει. Ισως είναι ένα έργο που το γέννησε η κρίση: το άτομο τυραννισμένο από την ύπαρξη, ζωγραφισμένο στο κάδρο της ιστορικής διάρκειας. Σίγουρα ένα έργο που έτσι είχα ανάγκη να το εισπνεύσω, ζεστό, ψυχρό, οικείο, απόμακρο, αθηναϊκό, οικουμενικό, θραυσμένο, καθολικό, σαν τις ψηφίδες των μωσαϊκών και τις ραγισματιές στα σπίτια μας. Ανάμεσα στην ύλη και τη μεταφυσική της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Disqus for Alternative Greek Politic Review