Χρειάστηκαν δεκαετίες για να απαντηθεί το δίλημμα που είχε θέσει στον λαό του ο Τόμας Μαν το 1953: «ευρωπαϊκή Γερμανία ή γερμανική Ευρώπη;». Η απόφαση της συνόδου κορυφής της Παρασκευής σηματοδοτεί μάλλον το δεύτερο.
Η σύνοδος εξέπληξε όσους είναι εξοικειωμένοι με τη ρουτίνα των Βρυξελλών και λόγω της σπουδαιότητας του θέματος περίμεναν μια μαραθώνια συνεδρίαση. Αυτό δεν συνέβη, ίσως επειδή η καγκελάριος Μέρκελ είχε αποφασίσει να μην κάνει «σάπιους συμβιβασμούς»: θα προχωρούσε με όσους ήθελαν, παίρνοντας το ρίσκο της διάσπασης
Στη διαδικασία της γερμανικής ενοποίησης, ο Μπίσμαρκ είχε αντιληφθεί το αδύνατον του να συμπεριληφθεί η Αυστρία και επέλεξε τη λεγόμενη «μικρή γερμανική λύση». Η Μέρκελ πήγε στις Βρυξέλλες αποφασισμένη, αν χρειαζόταν, για μια «μικρή ευρωπαϊκή λύση». Το ότι τα 26 από τα 27 κράτη-μέλη της Ενωσης συμπεριλαμβάνονται σε αυτήν ήταν μια επιτυχία της. Χωρίς τη Βρετανία όμως το αποτέλεσμα αποτελεί μια «μικρή ευρωπαϊκή λύση».
Το πώς θα εξελιχθεί η σχέση του Λονδίνου με την Ε.Ε. τα επόμενα χρόνια μένει να αποδειχθεί. Στο επίπεδο των 26, πάντως, μπορεί να θεωρείται δεδομένο ότι ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών θα επιβληθεί και πιθανόν να την κάνει ακόμα πιο δύσκολη στο εγγύς μέλλον. Μεσοπρόθεσμα, η αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε. φαντάζει δυνατή, κάτι που σηματοδοτεί τη ρήξη με μια παράδοση 51 ετών: Αν υπάρχουν δύο ιερές αγελάδες στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αυτές είναι η διεύρυνση του αριθμού των κρατών-μελών και η φόρμουλα «συμφωνούμε ότι θα συμφωνήσουμε». Η σύνοδος έδειξε ότι η διαφωνία και η συρρίκνωση αποτελούν επιλογές.
Το περιεχόμενο της συμφωνίας είναι επαναστατικό. Το ότι το εθνικό κοινοβούλιο έχει την κυριαρχία πάνω στον κρατικό προϋπολογισμό υπήρξε κυρίαρχο δόγμα για 5 αιώνες. Οι 26 συμφώνησαν ότι αυτή η κυριαρχία εκχωρείται, υπό προϋποθέσεις, σε μια υπερεθνική αρχή. Ανεξαρτήτως των ικανοτήτων του Κάμερον, δεν θα ήταν εύκολο σε κανέναν Βρετανό πρωθυπουργό να συμφωνήσει.
Η συμφωνία της 9ης Δεκεμβρίου περιγράφει μια «γερμανική Ευρώπη». Η κ. Μέρκελ επέβαλε τις απόψεις της σε όλη τη γραμμή. Το πιο αυστηρό σύμφωνο, τις αυτόματες κυρώσεις, τη συνταγματική δέσμευση για το φρένο χρέους, τους προϋπολογισμούς που θα τελούν υπό την έγκριση της Κομισιόν, την υποχρέωση των μελών της Ευρωζώνης να περιορίσουν το χρέος τους μεσοπρόθεσμα στο 60%. Ολα αυτά αντανακλούν την πεμπτουσία της γερμανικής αντίληψης: Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της κρίσης χρέους στη ρίζα του, τα ευρωπαϊκά κράτη οφείλουν να σταματήσουν να παράγουν ελλείμματα.
Καθοριστική για το αν θα αντέξει αυτό που αποφασίστηκε θα αποδειχτεί η στάση των αγορών τις επόμενες εβδομάδες και μήνες. Θα πρέπει επίσης να βρεθεί τρόπος να καλυφθούν κενά και ακροβασίες που προκύπτουν από την παράξενη συνύπαρξη μιας ευρωπαϊκής συνθήκης και μιας διεθνούς συμφωνίας που θα ρυθμίζουν το ίδιο αντικείμενο, δηλαδή δημοσιονομικές υποχρεώσεις των χωρών-μελών της Ευρωζώνης. Αυτά προκαλούν αβεβαιότητα, ακόμα και στο Βερολίνο, όπου πιστεύουν ότι η διεθνής συμφωνία θα πρέπει να υιοθετηθεί το ταχύτερο δυνατόν από τις ευρωπαϊκές συνθήκες.
Ακόμα και αν το αποτέλεσμα της συνόδου είναι ουσιαστικά μια συμφωνία καθ’ υπαγόρευση από το Βερολίνο, θα πρέπει να σημειώσει κανείς ότι η μεταφορά κυριαρχίας και μάλιστα θεμελιώδους γίνεται στην Κομισιόν και το Ευρωδικαστήριο, στα υπερεθνικά όργανα της κοινότητας.
Η επιτυχία της κ. Μέρκελ είναι ότι πήρε το αποτέλεσμα που ήθελε χωρίς ανταλλάγματα. Ούτε το ευρωομόλογο ούτε η μετατροπή του EFSF σε τράπεζα βρήκαν τον δρόμο για το κοινό ανακοινωθέν. Είναι σαφές ωστόσο ότι στην πορεία προς τον Μάρτιο, η κ. Μέρκελ θα αναγκαστεί να υποχωρήσει σε κάποιες από τις κόκκινες γραμμές της, αν μη τι άλλο για να υπερασπιστεί τη «δημοσιονομική ένωση» που κατόρθωσε επιτέλους να οικοδομήσει. Μια πρώτη παραχώρηση έκανε στην ίδια τη σύνοδο. Η υποχρεωτική συμμετοχή των ιδιωτών επενδυτών στο κόστος της αναδιάρθρωσης του χρέους μιας χώρας, που επέβαλε ως μέθοδο με το επιχείρημα ότι δεν μπορεί να πληρώνει το ρίσκο του κεφαλαιούχου ο φορολογούμενος, αποσύρθηκε. Η ίδια η Μερκελ αναγνώρισε, και μάλιστα ενώπιον των βουλευτών της, ότι αυτό συνετέλεσε τα μάλα στην υπονόμευση της εμπιστοσύνης απέναντι στα ομόλογα της Ευρωζώνης. Το πείραμα απέτυχε και οι Γερμανοί είναι ορθολογιστές. Πόσο, θα φανεί στην πορεία...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου