Η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ, ο εκπρόσωπος των τραπεζών Τσαρλς Νταλάρα και ο Ευρωπαίος επίτροπος Ολι Ρεν είναι οι βασικοί πρωταγωνιστές στην τελευταία πράξη του ελληνικού δράματος.
Τον περασμένο Ιούνιο, ούτε μία ώρα μετά την ανακοίνωση ότι θα ήταν η επόμενη επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, η Κριστίν Λαγκάρντ έκανε τις πρώτες δηλώσεις της: Ηταν μία δημόσια έκκληση προς τους Ελληνες βουλευτές της αντιπολίτευσης να έρθουν σε εθνική συμφωνία με την κυβέρνηση. Πολλές παρεμβάσεις και προειδοποιήσεις αργότερα, ακόμη και η ήπια κ. Λαγκάρντ φαίνεται να χάνει την υπομονή της με το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Αυτή την εβδομάδα προστέθηκε σε όσους προειδοποιούν ότι αν δεν προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις που ζητεί η τρόικα, το ΔΝΤ δεν θα συζητήσει νέα βοήθεια προς τη χώρα. Την ίδια στιγμή, βέβαια, δήλωνε ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να συνεισφέρει στη μείωση του ελληνικού χρέους - μία πρόταση που βουλευτής του κόμματος της κ. Μέρκελ έσπευσε να απορρίψει ως «ανήθικη αξίωση».
Οι τελευταίες περιπέτειες για την Ελλάδα ξεκίνησαν όταν Ευρωζώνη και ΔΝΤ απέρριψαν την αρχική συμφωνία της Ελλάδας με τους ιδιώτες πιστωτές, καθώς με βάση τα νέα οικονομικά δεδομένα αυτή δεν επαρκεί ώστε να καταστήσει βιώσιμο το ελληνικό χρέος. Σε μία ένδειξη της κορύφωσης των πιέσεων προς την Αθήνα, ανακοινώθηκε ότι το ζήτημα της βοήθειας προς την Ελλάδα δεν θα συζητηθεί στην αυριανή Σύνοδο Κορυφής, διότι, όπως εξήγησε η κ. Μέρκελ, η έκθεση της τρόικας για την πορεία του ελληνικού προγράμματος δεν θα είναι έτοιμη. Η Γερμανία έχει καλέσει την ελληνική κυβέρνηση «να δράσει τώρα» ώστε να εκπληρώσει τους όρους του πρώτου προγράμματος, αν θέλει να συνεχίσει να λαμβάνει βοήθεια. Πρακτικά, αυτό σημαίνει παράταση της αβεβαιότητας για το μέλλον της χώρας. Στο Νταβός, πάντως, όλοι απέφυγαν να αναφερθούν σε κίνδυνο χρεοκοπίας - ίσως για να μην τρομάξουν τους επενδυτές, που ήδη ανησυχούν ότι τη μοίρα της Ελλάδας θα ακολουθήσει η Πορτογαλία. Σε αυτόν τον φόβο, η Γερμανία απαντά ότι η Ελλάδα αποτελεί ειδική περίπτωση, ενώ εμφανίζεται ανυποχώρητη στις πιέσεις για αύξηση της γερμανικής συνεισφοράς, τουλάχιστον όχι πριν οι ιδιώτες επενδυτές αναλάβουν τις μεγαλύτερες δυνατές απώλειες.
Διαφορετικός, βέβαια, είναι ο ρόλος του εκπροσώπου των τραπεζών. Λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα για τον νέο γύρο διαπραγματεύσεων με την ελληνική κυβέρνηση, ο επικεφαλής του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου Τσαρλς Νταλάρα προειδοποιούσε, εμμέσως πλην σαφώς, τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις «να συνειδητοποιήσουν πόσα διακυβεύονται» και ζητούσε να συνεργαστούν ώστε να βρεθεί λύση, καθώς, όπως είπε, «εξαντλείται επικίνδυνα ο χρόνος που απομένει για μία συμφωνία». Μάλιστα, σε μία αιχμή προς τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, σημείωνε ότι δεν έχει λάβει απάντηση από τους Ευρωπαίους για την προηγούμενη πρόταση των ομολογιούχων. Είναι προφανές εκ του ρόλου του ότι ο κ. Νταλάρα προσπαθεί να διασφαλίσει τα συμφέροντά τους, πετυχαίνοντας ένα όσο το δυνατόν μικρότερο κούρεμα. Ωστόσο, με την εξαίρεση των κερδοσκοπικών hedge funds, οι ιδιώτες πιστωτές μάλλον προτιμούν μία εθελοντική συμφωνία από μία ανεξέλεγκτη χρεοκοπία.
Από την πλευρά του, ο επίτροπος Ολι Ρεν αποτελεί μία φωνή αισιοδοξίας κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Οπως δήλωνε χθες, οι διαπραγματεύσεις με τον ιδιωτικό τομέα βρίσκονται κοντά σε συμφωνία, εκτιμώντας μάλιστα ότι αυτή θα ολοκληρωθεί «το αργότερο πριν από το τέλος του Ιανουαρίου». Ο ίδιος εκτιμά ότι αν χρειαστεί οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης και η ΕΚΤ θα πρέπει να καλύψουν τη διαφορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου